Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Καταραμένοι Ποιητές. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Καταραμένοι Ποιητές. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 9 Ιουλίου 2021

Η ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΚΑΙ ΟΙ ΚΑΤΑΡΑΜΕΝΟΙ ΠΟΙΗΤΕΣ

 Η Ποιητική καταβολή του κόσμου και οι

καταραμένοι ποιητές  

Ανάμεσα στους παράνομους και παρίες 

της κοινωνίας

                                                

Η ποίηση σίγουρα δεν χωράει σε ορισμούς και καλούπια, δεν μπορεί να ενσωματωθεί ως μία εκ των τεχνών που αποτελούν το εύσχημο μόρφωμα της κοινωνίας και να την φέρουμε στα μέτρα των κάθε λογής κριτικών και των συντηρητικών ερμηνειών τους.

Πάντοτε αποτελούσε μία ιερή συνθήκη ανάμεσα σε αυτήν και τον ποιητή που ο τελευταίος ως θεράποντάς της, πλήρωνε, τις περισσότερες φορές και με την ίδια του την ζωή, το υψηλό αυτό τίμημα, ενώ η ενσωμάτωσή του στις κοινωνικές νόρμες ήταν πάντοτε αδύνατη και εκ προοιμίου ατελέσφορη.

 

Έτσι οι ποιητές οπλισμένοι με μια δύναμη που δεν χωράει σε συμβατικότητες και συνήθως έξω από την συνηθισμένη ζωή που διάγουν οι άνθρωποι, ζουν και εμπνέονται από μια βαθιά δική τους ενσυναίσθηση, από μια μαγική ισχύ που πολλές φορές τους ξεπερνάει, οπλισμένοι με το πύρινο ταλέντο τους, χαρίζουν στον άνθρωπο την εικόνα ενός άλλου κόσμου εντός αυτού του κόσμου, την όψη ενός θαυμαστού ιδεώδους που μόνο όσοι αφήσουν την προσκόλλησή τους στο κυρίαρχο ρεύμα θα μπορέσουν να λάβουν.


Είναι τεράστια η δύναμη της ποίησης όταν αγκαλιάζεται απόλυτα από την συνείδηση του αναγνώστη, όταν αφήνεται να παρασυρθεί από τους απόκρυφους ανέμους της, όταν δεν τρομάζει μπροστά στα πρωτόγνωρα και ακατάληπτα εν πολλοίς τοπία της, η ποίηση δεν θέλει ανάγνωση, θέλει συντονισμό μαζί της μέσω της συνήχησης με τους πρωτόγονους, με την ουσιαστική σημασία της λέξης, κραδασμούς της.

 


 

Στην πορεία των αιώνων ως κοινωνίες με τις αρραγείς δομές και την εξελικτική τους διαδρομή, συνηθίσαμε να φτιάχνουμε πορτραίτα των ποιητών, να εντρυφούμε στα πολυεπίπεδα έργα τους, αλλά ποτέ δεν συμπόρευσε ο κόσμος αυτός με το παρόν των ποιητών, οι ποιητές σε κάθε εποχή και σε κάθε τόπο στον καιρό τους ήταν οι παρείσακτοι και οι παρίες, ήταν οι παραβάτες και οι εκτροπείς του φορμαλισμού του κόσμου, δεν συμβάδιζαν και δεν ακολουθούσαν τα της εποχής τους, έτσι οι μελλοντικές γενιές ήταν αυτές που συνήθως καταπιάνονταν με την εμφάνιση του έργου τους στον κόσμο, έφερναν στο φως της μέρας την δική τους αστροφώτιστη νύχτα για να γεμίσει και με άλλα όνειρα ο κόσμος, για να φανερωθούν νέα τοπία στα ανεξιχνίαστα μονοπάτια των πεπρωμένων των ανθρώπων.

 

Καταραμένοι Ποιητές, ένας κόσμος άφατου πόνου 

και ολικής έκστασης…

“Προσευχηθείτε γι' αυτούς”…

Είθισται ο όρος Καταραμένοι Ποιητές να αποτελεί στις φιλολογικές δέλτους ακόμα μία καταχώρηση, ανάμεσα στις άλλες, που προσπαθεί να εγκιβωτίσει σε έναν ορισμό την ποίηση και την ζωή εκτός των ορίων, έτσι όπως την βίωσαν και την μεταποίησαν σε οριακή δημιουργία ποιητές που δεν συνυπέγραψαν και δεν συμμορφώθηκαν με καμία κοινωνική συνθήκη, κανένας τόπος των ανθρώπων δεν έγινε μέρος τους.

Ούτε χωρικά ούτε χρονικά μπορούμε να εντοπίσουμε μια κοινή συνισταμένη για να ανακαλύψουμε τα ίχνη των καταραμένων ποιητών, βρίσκονται παντού και πάντοτε όπως ποτέ και πουθενά, αποτελούν την μαγιά μιας γης που ακόμα βρίσκεται στην προπτωτική της περίοδο, αλλά και την τροχιά μιας γης που βρίσκεται σε μία διαρκή πτώση, σε ένα διαρκές και ιλιγγιώδες τρεμόσβημα.

Εκ προοιμίου η ταραχώδης ζωή, το άγγιγμα του ανέφικτου, η μυστική ζύμωση της εμπειρίας με το όραμα, η περιπλάνηση εκτός των οριοθετημένων συντεταγμένων της πραγματικότητας, η ανοίκεια έλξη με την καταστροφή, το εκτροχιαστικό σμίλεμα υλικών ξένων προς την ερμηνεία, η συνεχής πλεύση με όλους τους ανέμους στο άγνωστο, αποτελούν τα εκ των ων ουκ άνευ συστατικά μιας καταραμένης τέχνης σε μια καταραμένη ζωή, μιας καταραμένης πραγματικότητας σε ένα ευλογημένο όνειρο.

Αναφορά λοιπόν σε κάτι άπιαστο όπως και η πρωινή ομίχλη στην αυγή μιας καλοκαιρινής ημέρας καθώς η διάθλαση των αχτίδων του φωτός αντικατοπτρίζεται στην επιφάνεια ενός ποτηριού γεμισμένου με αψέντι, όπως τις μορφές που δημιουργεί ο καπνός του χασίς στην παραισθησιακή ατμόσφαιρα του σούρουπου.

Κοινό χαρακτηριστικό των καταραμένων ποιητών ήταν η ζωή εκτός των ορίων, εθισμένοι σε καταραμένες καταχρήσεις, μπολιασμένοι με τον θάνατο στην έξαψη της ζωής, γεύτηκαν τα δηλητήρια και τα νέκταρ με την ίδια παράφορη ορμή, άντλησαν από την μανία της ξέφρενης πορείας τους για να βιώσουν το απόλυτο, την απομόνωση και την ερημιά.

«Απόλυτοι από την άποψη της φαντασίας, απόλυτοι στην έκφραση, απόλυτοι όπως οι αδρές αχτίδες των πιο δοξασμένων αιώνων.




Αλλά καταραμένοι! Σκεφτείτε το.» αναφέρει ο Πωλ Βερλαίν στο έργο του «Καταραμένοι Ποιητές».

Ο Κάρολος Μπωντλαίρ έζησε στο συνεχές τρικύμισμα των παθών του, η ποίησή του ατενίζει ένα φωτεινό πεπρωμένο, λίμνες και θάλασσες εξαίσιες, ακτές μαγευτικές και ιλιγγιώδεις πόντοι, ζάλη και παραίσθηση, ένας έκπτωτος πρίγκηπας στον κόσμο των κολασμένων, μεθυσμένος με την γλυκιά νιότη, εξαρτημένος από το αψέντι και το χασίς, από το όραμα και το μυστικό φως.


Έζησε ανάγοντας την μελαγχολία (spleen) στο ιδανικό της πραγματικότητας, ένας περιφρονητής των αξιών των μικροαστών, η ποίησή του συντέλεσε στο να καθιερωθεί ως ο εκφραστής μιας νεωτερικότητας που αψηφούσε υπεροπτικά κάθε παλιά σύμβαση, οτιδήποτε ανάγονταν σε ένα παρελθόν φορμαλισμού και λογοτεχνικών κανόνων.

(«…από την ύπαρξη του «πεζού ποιήματος» που οφείλει την καθιέρωσή του στον Baudelaire, είδους που συγκαταλέγεται στην λυρική ποίηση» (Γιώργος Βελούδης, Γραμματολογία, Θεωρία Λογοτεχνίας, Εκδόσεις Πατάκη).

Μανιώδης συλλέκτης εξαιρετικών στιγμών, μπολιάζει το κακό με τα πιο σπάνια άνθη για να μας πλημμυρίσει με το άρωμά τους εκδίδοντας την ποιητική συλλογή «Τα Άνθη του Κακού» και ο ίδιος για να διωχθεί και να καταδικαστεί κρίνοντας η κοινωνία της εποχής του προσβλητικά και βλάσφημα τα ποιήματά του.

«Στον τίτλο του πρώτου κύκλου ποιημάτων στα Άνθη του Κακού, “Spleen et idéal”, η παλαιότερη δάνεια λέξη της γαλλικής γλώσσας συναντά την πλέον πρόσφατη. Για τον Μπωντλαίρ δεν υπάρχει αντίφαση μεταξύ των δύο εννοιών. Αναγνωρίζει στη μελαγχολία (spleen) την τελευταία μεταμόρφωση του ιδανικού (idéal) – το ιδανικό τού φαίνεται η πρώτη έκφραση της μελαγχολίας.» Walter Benjamin

«Μ’ αυτούς τους νεφοπρίγκιπες κι ο Ποιητής πώς μοιάζει! Δε σκιάζεται τις σαϊτιές, τις θύελλες αψηφά' μα ξένος μες στον κόσμο αυτόν που γύρω του χουγιάζει, σκοντάφτει απ’ τα γιγάντια του φτερά σαν περπατά». (Κάρολος Μπωντλαίρ, Άλμπατρος, Τα Άνθη του Κακού).


Ανακαλύπτει τον Πόε, συναντά σε αυτόν ένα πνευματικό αδελφό, τους συνδέει μια κοινή καταραμένη μοίρα και μεταφράζει τα έργα του. Συμμετέχει στις εξεγέρσεις του Φλεβάρη 1848 στην επανάσταση των οδοφραγμάτων. Λέγεται ότι παροτρύνει τους επαναστάτες να πυροβολήσουν τον πατριό του, που ήταν στρατιωτικός.

Χάνεται στους τεχνητούς παράδεισους, μεθάει με φαντασία και όνειρο,  με όπιο και αψέντι, με χασίς και κρασί, αλήτης, διάγει ζωή άστατη, εξανεμίζεται η περιουσία του και προσβάλλεται από σύφιλη.

«Βαθιές χαρές του κρασιού, ποιος δεν σας έχει γνωρίσει; Όποιος θέλησε να καταπραΰνει μια τύψη, να ξεθάψει μια ανάμνηση, να πνίξει μια θλίψη, να πλάσει μια χίμαιρα, όλοι επιτέλους σε έχουν επικαλεσθεί, μυστηριώδη θεέ, κρυμμένε στις ίνες του κλήματος. Τι μεγάλα που είναι τα θεάματα του κρασιού καθώς φωτίζονται από τον εσωτερικό ήλιο. Πόσο αληθινή και καυτή είναι αυτή η δεύτερη νεότητα που ο άνθρωπος αντλεί από μέσα του!...» (Σαρλ Μπωντλαίρ, Τεχνητοί Παράδεισοι).

Θα πεθάνει στην αγκαλιά της μητέρας του που συμπύκνωνε η παρουσία της δίπλα του, εκείνες τις τελευταίες ώρες του περάσματος, όλες τις γυναίκες που τραγούδησε γι΄ αυτές, το αρχέτυπο της γυναίκας που είναι η παντοτινή μούσα που στέφει με την αιώνια δάφνη της το ζαλισμένο από την μεθυστική τροχιά των λέξεων, μέτωπο του ποιητή.


Α
ιώνιο σημείο αναφοράς στην καταραμένη τέχνη, στους ποιητές του καταραμένου και στους διαφθορείς του οικείου και του συνηθισμένου είναι ο Αρθούρος Ρεμπώ, ο ποιητής που πήρε το πιο βίαιο διαζύγιο με την λογοτεχνία στην ιστορία της τέχνης, ο ενορατικός, μυστικός και εκστατικός Ρεμπώ  τελειοποίησε όσο κανείς άλλος το μεθυστικό τραγούδι μιας ζωής χωρίς κανένα πεπερασμένο νόημα, πρωταρχική πηγή μιας απύθμενης έμπνευσης, έγραψε ποίηση έξω από τον χώρο και τον χρόνο των ανθρώπων, συνεχίζοντας να ζει πάντα στο μεθυστικό κατώφλι της οριακής πραγματικότητας.



 

Ο Ρεμπώ θα επηρεάσει εκατοντάδες ποιητές και καλλιτέχνες και θα αποτελέσει έμβλημα ανυπακοής στην ροκ μουσική. Εδώ η Πάτι Σμιθ στον ταφώ του Ρεμπώ. 

Αριστουργήματα που σπαθίζουν σαν κοφτερές λεπίδες την κοινωνία της βαρετής πλήξης της εποχής του, αλχημικές μεταστοιχειώσεις συντελούνται ανάμεσα στις λέξεις του, («…οι απαρχαιωμένοι ποιητικοί τρόποι είχαν μεγάλο μερίδιο στην αλχημεία του λόγου μου…» (Arthur Rimbaud Μια Εποχή στην Κόλαση),  οι σελίδες του παρασυρόμενες ατέρμονα από τους ατίθασους ανέμους της παραφοράς και της έξαψης.

 

Θα κηρύξει με μια αδίστακτη επιμέλεια την οριστική αποχώρηση από τον κόσμο, θα γίνει ο καθοδηγητής μας στην κόλαση, βλέπει οράματα και συνδιαλέγεται με πνεύματα, ζει εκστατικά μέσα στην παραφορά του πάθους και της σμίλεψης του απόλυτου, χωρίς κανένα δεσμό με τον κόσμο θα γράψει όπως ποτέ δεν είχε γίνει πριν από αυτόν, ο Ρεμπώ το αιώνιο παιδί που τα βήματά του χαράζουν την ανεξίτηλη πορεία στην αιωνιότητα.


Στην παιδική του ηλικία θα ξεχωρίσει για την εκλεκτή του ιδιοφυία, «…Νά τη πάλι εδώ η κωλοανατροφή των παιδικών μου χρόνων. Και λοιπόν!... Θα κλείσω τα είκοσι, όπως τα κλέινουν και οι άλλοι… Όχι, όχι. Τούτη την ώρα ξεσηκώνομαι ενάντια στον θάνατο!...» (Μια Εποχή στην Κόλαση). 

Αποσπά βραβεία και επαίνους και θα μυηθεί στα υψηλότερα επιτεύγματα του ανθρώπινου πνεύματος, μελετά και διαβάζει και παράλληλα νιώθει το ξεχωριστό του πεπρωμένο, αρχίζει να γράφει και να δραπετεύει, να δραπετεύει συνεχώς και από παντού. 

«…Τι κι αν ανάβουν τα φώτα καθώς βραδιάζει στις πολιτείες. Εγώ γυρίζω σελίδα, εγκαταλείπω την Ευρώπη. Ο θαλασσινός αέρας θα κάψει τα πνευμόνια μου· στα εξωτικά κλίματα θα σκληραγωγηθώ. Θα κολυμπώ, θα μασουλάω χορτάρι, θα κυνηγώ, και πάνω απ’ όλα θα καπνίζω· θα πίνω δυνατά ποτά σαν καυτά μέταλλο, όπως έπιναν γύρω από την φωτιά οι καλοί μας πρόγονοι.

Θα γυρίσω μαυρισμένος, με ατσαλένιο κορμί, μάτι που γυαλίζει: μ΄ αυτή τη μεταμφίεση θα νομίζουν πως κρατώ από καλή γενιά. Θα αποκτήσω χρυσάφι: θα ζω μες την τεμπελιά και την αποκτήνωση. Οι γυναίκες φροντίζουν τους σκληρούς άντρες που γυρίζουν τσακισμένοι από τα τροπικά κλίματα…» (Μια Εποχή στην Κόλαση).

Φυγάς αιώνιος, φυγάς από την στοργική αγάπη της μητέρας του, από τον αφοσιωμένο πάνω του Βερλαίν, από την Ευρώπη και την αυτοκρατορία της, από τον κόσμο, από τον χρόνο και τους αναπόδραστους κύκλους του, φυγάς από την λογοτεχνία, ο αιώνιος πλάνητας, ο τυχοδιώκτης μυστικιστής και ο ρομαντικός αναρχικός.





Ταξιδεύει στο Λονδίνο, στις Βρυξέλλες θα νοσηλευτεί έπειτα από τον πυροβολισμό του Βερλαίν στον ώμο του, στην Γερμανία, στο Μιλάνο, στο Λιβόρνο, στο Βέλγιο θα έρθει σε επαφή με έναν στρατολόγο του ολλανδικού αποικιακού στρατού δηλώνοντας συμμετοχή. Από την Τζακάρτα θα λιποτακτήσει και παρά την καταδίωξή του από ένα απόσπασμα του ολλανδικού στρατού θα καταφέρει να ξεφύγει. Ακολουθούν περιπλανήσεις συνεχόμενες, στη Β. Γερμανία, τη Βρέμη, το Αμβούργο, την Κοπεγχάγη, τη Στοκχόλμη το Παρίσι. Στη συνέχεια θα προσληφθεί ως διερμηνέας για μία γαλλική κατασκευαστική εταιρεία με επιχειρηματική δραστηριότητα στην Κύπρο. 



Από εκεί θα καταφύγει στην Αφρική, πλάνητας προς αναζήτηση εργασίας. Στο Άντεν της Υεμένης, θα προσληφθεί να επιβλέπει τη διαλογή και τη συσκευασία του καφέ που προορίζεται για εξαγωγή. Οργανώνει εξερευνητικές αποστολές και περιοδείες, με στόχο την χαρτογράφηση άγνωστων περιοχών, στα πλαίσια των οποίων έφθασε μέχρι το Ογκαντέν της Αιθιοπίας, το νοτιότερο σημείο που είχε επισκεφθεί ποτέ Ευρωπαίος και μία από τις μεγαλύτερες ανεξερεύνητες περιοχές του κόσμου εκείνη την εποχή. 

Μία λεπτομερής αναφορά του Ρεμπώ για το Ογκαντέν δημοσιεύτηκε αργότερα από τη Γαλλική Γεωγραφική Εταιρεία, αποτελώντας την πρώτη αξιόπιστη περιγραφή της, αλλά και το δεύτερο έργο που εξέδωσε ο ίδιος, μετά το Μια Εποχή στην Κόλαση.

Θα κάνει συμφωνίες για εμπόριο όπλων και η αποστολή στη Σόα θα αποδειχθεί εξαιρετικά επικερδής. Θα παραμείνει στο Κάιρο αναρρώνοντας από τις κακουχίες…

Στην Αβησσυνία θα αναδειχθεί σε κορυφαίο έμπορο της περιοχής, θα εγκαταλείψει το Χαράρ, θα εισαχθεί στο νοσοκομείο του Άντεν, κατόπιν της Μασσαλίας όπου και θα υποστεί ακρωτηριασμό και στις 10 Νοεμβρίου 1891 θα περάσει οριστικά τις πύλες της απώτατης διάστασης, θα εξαργυρώσει το άπειρο που τον έζησε με ένα θάνατο στιγμιαίο, για να συνεχίσει την αιώνια του πορεία ανάμεσα στις συμπαντικές σελίδες της ποίησης, χαρίζοντας ως άλλος Όμηρος απλόχερα την ακοίμητη έμπνευση του απείρου.

 




Στον τάφο του αναγράφεται Priez pur lui, Προσευχηθείτε για αυτόν…

«Για κοίτα! Το ρολόι της ζωής σταμάτησε πριν από λίγο. Δεν βρίσκομαι πια στον κόσμο. -Η θεολογία είναι ακριβής, σίγουρα η κόλαση είναι κάτω – και ο ουρανός πάνω. – Έκσταση, εφιάλτης, ύπνος σε μια γέενα του πυρός… Θα αποκαλύψω όλα τα μυστήρια, θρησκευτικά ή φυσικά, θάνατος γέννηση, μέλλον, παρελθόν, κοσμογονία, ανυπαρξία. Είμαι άσος στα μαγικά. Ακούστε!... Ξέρω όλα τα κόλπα! – Σίγουρα βρισκόμαστε έξω από τον κόσμο. Κανένας ήχος πια. Χάθηκε η αφή μου…Πεθαίνω από αηδία. Ο τάφος, κι εγώ βορά των σκουληκιών, η φρίκη της φρίκης!... Α! επιστρέφω στην ζωή!...» (Arthur Rimbaud, Μια Εποχή στην Κόλαση).



Οι καταραμένοι ποιητές, οι απόκληροι και οι παρείσακτοι, οι μανιασμένοι με την ζωή και οι παθιασμένοι με την τέχνη, οι επαναστάτες, οι δολοφόνοι και οι βομβιστές, οι ανυπότακτοι, όλοι τους αηδιασμένοι με την κατεστημένη τάξη, με την εποχή τους, με κάθε εποχή των ανθρώπων σε οποιοδήποτε γεωγραφικό μήκος και πλάτος, «οπουδήποτε, αρκεί να είναι έξω από τον κόσμο» όπως θα αναφωνούσε και ο Μπωντλαίρ, όλοι συντονισμένοι σε μια ρηξικέλευθη έμπνευση, σε ένα οργιαστικό μεθύσι δημιουργίας και καταστροφής, αυτογνωσίας και αυτοκαταστροφής.



Ο  Πωλ Βερλαίν θα αγκαλιαστεί από τα μεταξένια χάδια της μούσας και θα μας χαρίσει ποιήματα γεμάτα λυρισμό και μια υποβόσκουσα κατάνυξη, θα θελήσει να ζήσει μια ήσυχη ζωή και από έναν ευτυχισμένο γάμο θα οδηγηθεί στο διαζύγιο, στον αλκοολισμό, στο παράφορο πάθος για τον Ρεμπώ, σε μια καταδίωξη ανηλεής από την εφησυχασμένη συνείδηση. 

Η ζωή του μια συνεχόμενη δυστυχία, μαυρίλα, απογοήτευση, θα μπαινοβγαίνει στα νοσοκομεία, θα πίνει συνεχώς μέχρι να ξεχάσει τα πάντα, και ο «Πρίγκηπας των Ποιητών» πρόωρα αποκαμωμένος από τις καταχρήσεις θα απέλθει από την σκηνή σε ηλικία 52 ετών.







Ο Ιζιντόρ Ντυκάς, γνωστός με το ψευδώνυμο Κόμης του Λωτρεαμόν θα μπολιάσει την λογοτεχνία με το απόλυτο κακό, θα γράψει Τα Άσματα του Μαλντορόρ για να στοιχειώσει το υποσυνείδητο με την αποστροφή και την απέχθεια, με το έγκλημα και το γλυκό του μυστήριο. Για την ζωή του είναι πολύ λίγα γνωστά, θα γεννηθεί στην Ουρουγουάη και θα έρθει στην Γαλλία για σπουδές. Μετά τα Άσματα του Μαλντορόρ με το ψευδώνυμο Λωτρεαμόν θα γράψει τα Ποιήματα με το όνομα του. «Ξέρετε, αρνήθηκα το παρελθόν μου. Δεν τραγουδάω παρά μόνο την ελπίδα» θα γράψει για το δεύτερο έργο του.

 

 

Θα πεθάνει μόνος του κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες σε ηλικία 24 ετών στις 24 Νοεμβρίου 1870 στο σπίτι του στην Μονμάρτη.

«…Γέρο – ωκεανέ, με τα κρουσταλλένια κύματα, συγκρίνοντάς σε μοιάζεις με τις μούσκουλες τότε που ξεχλωριάζουν, να βλέπουμε στη ράχη τους ασπριδερά ξεφτίδια. Μια μαυρίλα είσαι απέραντη, προσκολλημένη στο κορμί της γης: μ’ αρέσει αυτή η σύγκριση…

Γέρο – ωκεανέ, η τελειότητά του σφαιρικού σου σχήματος, που τόσο ιλαραίνει την αυστηρή έκφραση της γεωμετρίας, εμένα δεν μου θυμίζει παρά τα μικρά μάτια του ανθρώπου, που είναι τόσα δα, απαράλλαχτα με του αγριόχοιρου, και καταστρόγγυλα με κείνα των πουλιών της νύχτας. Ωστόσο ετούτος, από καταβολής κόσμου περνιέται για ωραίος. Πάντως εγώ υποπτεύομαι, πως αυτό το κάνει περισσότερο από φιλότιμο, και πως πραγματικά για την ομορφιά του αμφιβάλλει. Τότε, γιατί να κοιτάζει με τόση περιφρόνηση του συνανθρώπου του τη μορφή; Χαίρε ωκεανέ!


 

Γέρο – ωκεανέ, καθόλου δεν είναι απίθανο απ’ ό,τι κρύβουνε οι κόρφοι σου, να είναι ωφέλιμο για το μελλοντικό καλό του ανθρώπου. Ως τώρα, του έδωσες τη φάλαινα, αλλά δεν αφήνεις εύκολα τ’ άπληστα μάτια των φυσικών επιστημών να μαντέψουν τα χίλια μυστικά που διέπουν την ιδιαίτερη οργάνωσή σου: συ, είσαι μετριόφρων. Δεν μοιάζεις του ανθρώπου, που συνεχώς καυχιέται για τιποτένια πράματα, Χαίρε, ωκεανέ!



Γέρο – ωκεανέ, τα νερά σου είναι πικρά. Έχουν την ίδια γεύση της χολής, που στάζει η κριτική στις Καλές Τέχνες, στις Επιστήμες και γενικά στα πάντα. Κι αν τύχει κάποιος να είναι μεγαλοφυής, αυτοί τον βγάζουν βλάκα, και τον άλλον με το λυγερό κορμί, απαίσιο καμπούρη. Σίγουρα, ο άνθρωπος θα πρέπει να αισθάνεται έντονα την ατέλειά του, για να της κάνει τέτοια κριτική, που άλλωστε κατά τα τρία τέταρτα, οφείλεται στον ίδιο. Χαίρε ωκεανέ!...» (Λωτρεαμόν, Τα Άσματα Του Μαλντορόρ).

 

Ο Στεφάν Μαλλαρμέ θα χτίσει ένα οπάλινο σύμπαν από λέξεις, θα μετατρέψει τον κόσμο σε λέξη για να ζήσει την ποίηση και την γλώσσα, θα αφήσει ένα αριστουργηματικό έργο υπέροχων συνθέσεων και μοναδικών λεξοτοπίων. Με συνεχή προβλήματα υγείας συντροφιά του είναι η ποίηση, οι λογοτεχνικοί κύκλοι του Παρισιού, θα καταδυθεί στα αρχαία σπήλαια του υποσυνείδητου για να απελευθερώσει την ποίηση από το συντακτικό, θα αναχθεί σε έναν ξεχωριστό ιεροφάντη των λέξεων.



Αγαπά με πάθος το Πόε, μεταφράζει Το Κοράκι καθώς και άλλα ποιήματα, θα γνωριστεί με τον Ρεμπώ, θα συστήσει τις Συναντήσεις της Τρίτης όπου θα παρελάσουν από το σπίτι του όλοι οι λογοτέχνες και διανοούμενοι της εποχής του και σε μια κρίση σπασμών θα πεθάνει από ασφυξία στις 9 Σεπτέμβρη 1898, εν πολλοίς αγνοημένος στην εποχή του αλλά θα επηρεάσει ουσιαστικά και βαθύτατα τα μετέπειτα λογοτεχνικά ρεύματα και θα αφήσει αιώνιο το απόλυτο ίχνος του στην παγκόσμια λογοτεχνία.  



Ο Ζεράρ ντε Νερβάλ κατοικεί στην οπτασία και συνομιλεί με τις σκιές του ονειρικού κόσμου, θα ζήσει μέσα στην δυστυχία και θα βρει απόδραση στα ταξίδια, ενώ από τις συνεχείς κρίσεις τρέλας το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του θα το περάσει έγκλειστος ασύλων.

 

Θα γράψει το αριστουργηματικό Αυρηλία που είναι μια επιτομή της γνώσης στην ανάδυση της τρέλας, το ανυπότακτο πνεύμα καθώς μεταστοιχειώνει την Materia Prima για να δημιουργήσει το Μεγάλο Έργο, μια βαθιά αλληγορία της μυστικιστικής σύλληψης των πραγμάτων. 

«Το όνειρο είναι μια δεύτερη ζωή. Δεν κατόρθωσα να διασχίσω αυτές τις πύλες από φίλντισι ή κέρας που μας χωρίζουν απ’ τον αόρατο κόσμο χωρίς να αναριγήσω. Οι πρώτες στιγμές του ύπνου είναι η εικόνα του θανάτου· μια νεφελώδης νάρκη αιχμαλωτίζει την σκέψη μας, και δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε με ακρίβεια τη στιγμή που το εγώ, υπό άλλη μορφή, συνεχίζει το έργο της ύπαρξης. Πρόκειται για ένα ακαθόριστο υπόγειο χώρο ο οποίος φωτίζεται σιγά σιγά, και όπου βγαίνουν από τη σκιά και τη νύχτα οι επιβλητικά ακίνητες χλωμές μορφές, που κατοικούν στο ενδιαίτημα του Καθαρτηρίου. Έπειτα σχηματίζεται ο πίνακας, μία νέα λάμψη καταυγάζει και κάνει αυτές τις αλλόκοτες οπτασίες να σαλέψουν:- μας ανοίγεται ο κόσμος των Πνευμάτων…» (Ζεράρ ντε Νερβάλ, Αυρηλία).

Θα βρεθεί κρεμασμένος μια παγερή νύχτα του Ιανουαρίου του 1855 σε ένα σοκάκι του Παρισιού, ελεύθερος για να πετάξει στο φωτεινό σύμπαν της γνώσης απ’ όπου είχε δραπετεύσει για το λίγο που έζησε εδώ στην γη.



Ο Φρανσουά Βιγιόν, με μια ζωή γεμάτη περιπέτειες, ταραχές και διώξεις, φυλακές και εξορίες, κλέφτης και δολοφόνος, θα συνθέσει μπαλάντες απαράμιλλου λυρισμού, θα χαθούν τα ίχνη του σε ηλικία 32 ετών το 1463.








Ο Αντονέν Αρτώ, μεγαλοφυΐα, παθιασμένος με την έκσταση και το βίωμα του Απόλυτου στην τέχνη, λάτρης της αρχαϊκής γλώσσας, των κραυγών και της τρέλας, θα δραπετεύσει από την Ευρώπη, θα γίνει τοξικομανής, φλερτάρει όλο και περισσότερο με την τρέλα, θα ζήσει αλήτης, θα γνωρίσει τον εγκλεισμό σε ψυχιατρεία και τα ηλεκτροσόκ, θα πεθάνει από καρκίνο στις 4 Μαρτίου 1948, στον τελευταίο ρόλο του, αυτού του νεκρού στο θέατρο της ωμότητας που τόσο ζωντάνεψε.




Ασφαλώς κανένας κατάλογος με τους καταραμένους ποιητές δεν θα ήταν ποτέ πλήρης, καμία γεωγραφική ενότητα δεν θα μπορούσε να απομονωθεί ως η επικρατούσα για αυτούς. Εδώ έγινε μια μικρή αναφορά κυρίως στους Γάλλους καταραμένους ποιητές, σε όλα όμως τα μήκη και πλάτη της γης σε όλες τις εποχές πάντα θα υπάρχουν οι εκκεντρικοί και οι τρελοί, οι αντιρρησίες και οι ανυπότακτοι, εν τέλει οι Ελεύθεροι…

Ονόματα επίσης καταραμένων όπως ο Blaise Cendrars και ο Paul-Jean Toulet, ο Jules Laforgue και ο German Nouveau, ο Maurice Rollinat και ο Villiers De L’Isle-Adam, η Marceline Desbordes – Valmore και η Renee Vivien που θα μείνει στην ιστορία ως η Σαπφώ 1900, o Zean Genet και ο Jacques Prevel, αλλά και ο Τόμας ντε Κουίνσυ που θα γνωρίσει τον κόσμο του οπίου για να μας δώσει τις αριστουργηματικές «Εξομολογήσεις ενός Άγγλου Οπιομανούς» και  εκατοντάδες περισσότεροι που ίσως δεν θα τους μάθουμε ποτέ…

Καταραμένοι ποιητές που έζησαν πέρα από την εποχή τους, μποέμ φιγούρες που λικνίζονταν στο απαλό φύσημα της μούσας και άνοιγαν πανιά στην μέση της ερήμου για να χαθούν σαν σκιές στο έκθαμβο φως του απομεσήμερου, κατοίκησαν στην γη, αλλά ήταν γόνοι των άστρων, έδωσαν στην γλώσσα καινούργια μονοπάτια, βλάστησαν την σκέψη στο κενό του νου, μαρτύρησαν και πόνεσαν, γεύτηκαν την έκσταση και την άφατη ευτυχία τόσο που κανείς δεν θα μπορούσε, στα μυστικά μηνύματά τους τρέφουν μια παράλληλη πλάση, οριακοί εκπρόσωποι θεών και δαιμόνων, διάβηκαν το κατώφλι της ύπαρξης γυμνοί, τρελοί και άσωτοι, χωρίς κανένα φραγμό θέλησαν μόνο το Απόλυτο και το βρήκαν στο διαζύγιό τους με τον κόσμο. 









  


    
          



Στην Δημοτική Βιβλιοθήκη Δάφνης θα βρείτε μερικούς από τους αντιπροσωπευτικούς καταραμένους ποιητές, δώστε λίγη από την προσοχή σας και τον χρόνο σας σε αυτούς τους μοναχικούς φάρους που συνεχίζουν, με τα αθάνατα έργα τους και την παράξενη αγάπη τους, να φωτίζουν τα παγωμένα σκοτάδια του κόσμου…


Εκ μέρους της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Δάφνης

Αργύρης Καραβούλιας

Δημοσιογράφος – Συγγραφέας

Δευτέρα 22 Μαρτίου 2021

ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΠΟΙΗΣΗΣ - Η ΠΟΙΗΣΗ ΨΥΧΙΚΗ ΡΙΖΑ ΤΟΥ ΦΩΤΟΣ

 ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΠΟΙΗΣΗΣ

Η ΠΟΙΗΣΗ ΨΥΧΙΚΗ ΡΙΖΑ ΤΟΥ ΦΩΤΟΣ


Η 21η Μαρτίου ημέρα της εαρινής ισημερίας, έχει επίσης οριστεί και αναγνωριστεί και ως Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης,  έτσι από την μια η μέρα που τέμνει τον χρόνο ισαπέχοντας από το φως και το σκότος δίνοντας το κοσμικό σήμα για την έναρξη του έαρος, είναι και η μέρα που αφιερώνεται στην ποίηση. Ο συγκεκριμένος χρονικός συντονισμός εαρινής ισημερίας και αέρινης ποίησης βοηθά μάλλον στο να συλλάβουμε την ποίηση ως την δική μας εσωτερική ισημερία, αυτή που θα δώσει το σήμα για την έναρξη της ψυχικής μας άνοιξης.

Πέρα από τον εορτασμό μιας ημέρας ποίησης, ουσιαστικός σκοπός είναι να βρεθούμε σε μια γιορτή ποίησης συνεχή και αδιάλειπτη, όπως είναι και η φύση των ονειρικών ροών της που την μεταφέρουν από τους λειμώνες της φαντασίας στην κοίτη της πραγματικότητας

Άλλωστε, τί χρειάζεται μια μέρα ποίησης σε έναν κόσμο που έχει μάθει να τεμαχίζει τον χρόνο χρησιμοποιώντας τις μέρες σαν να πρόκειται για ανταλλακτικά μιας χρήσης;  Θα ήταν πιο ποιητικό μάλλον να κάνουμε τον ίδιο τον χρόνο μας ποίηση, -από το να αποκολλήσουμε από τον χρόνο μια μέρα για να την αφιερώσουμε στην ποίηση- , θα βλέπαμε τότε τις ημέρες και τις νύχτες σαν άγραφα ποιήματα από το τετράδιο της αιωνιότητας, τον άχρονο δηλαδή χρόνο που μπορούν και απολαμβάνουν οι ποιητές και όσοι τολμούν να αφιερωθούν στην ποίηση. 

Ασφαλώς, την ποίηση δεν την γιορτάζουν οι ποιητές…, δεν την στεφανώνουν με τις ψεύτικες γιρλάντες της δημοσιότητας για να την περιφέρουν εντός των τειχών της πόλης ως σε διαπόμπευση… Την ποίηση δεν την γιορτάζουν οι ποιητές, δεν έχουν την ανάγκη να λάβουν μέρος σε φιέστες δήθεν τιμητικές, να δώσουν το παρών σε κακέκτυπα δρώμενα ανάδειξης του οίστρου τους.

Στον χρόνο της «λήθη…νης» εποχής μικροί γυρολόγοι διαλαλούν την πραμάτειά τους και απαγγέλουν την πλήξη, γιορτάζουν την ιλιγγιώδη πτώση τους, σε αυτό το σημείο μηδέν δεν υπάρχει ποίηση να γιορτάζεται, δεν υπάρχουν ποιητές, παρά μόνο οι φθίνουσες σκιές τους…

Την ποίηση δεν την θυμούνται κάποια επετειακή ημερομηνία αυτοί που ζουν μαζί της μέρα νύχτα, που ξαγρυπνούν στο πλευρό της μέχρι να δακρύσουν με τα αστρικά τους μάτια στο λιβάδι της γλώσσας, αυτοί που ονειρεύονται την ζωή και την κάνουν ποίημα και ζουν το όνειρο-ποίημά τους έξω από τον ασφυκτικό κλοιό του χρόνου, μακριά από τον ανθρώπινο μικρόκοσμο και την παλινωδία του.

Ποίημα γιορτή του κόσμου…

Η ποίηση γιορτάζει με την μέθεξη της εαρινής πνοής της, θάλλουν με τον πάλλοντα ρυθμό της ανάσας της οι εραστές της, είναι η άνοιξη-γιορτή των ματιών της μούσας του ποιητή όταν βλέπει την άφατη λύτρωση και αγγίζει την ύπαρξη για να την αποθεώσει.

Στην εαρινή τροπή του ήλιου, στην τροπική εκεχειρία των πλανητικών ώσεων της γέννησης και της φθοράς, ο ποιητής λευτερώνει τον άνθρωπο από τον βρόχο της βαρύτητας, με το ωστικό κύμα της αέναης λέξης του απεγκλωβίζει τον ορίζοντα γεγονότων από την εγγύτητα του θανάτου, ο ποιητής Διόνυσος και ο ποιητής Απόλλωνας με τη λύρα των Μουσών στα χέρια ανυψώνει τον χρόνο στην αιωνιότητα.

Εκφέρει τα δικά του ρήματα μέσα στην δίνη της ιστορίας για να την μεταστοιχειώσει, απαγγέλει τη φωτιά, σμιλεύει τη γη, ρέει στους μαιάνδρους του χρόνου όπως το νερό, χορεύει με τα πέπλα του Νου στον αέρα. Ενώνονται τα στοιχεία για να γίνει το σώμα - ποίημα, να ανοίξει ο ουρανός στην έκπληξη του ποιητή, να γεμίσει καινούργιες ανατολές ο ορίζοντας.

Η ποίηση αποτελεί το μόνιμα εύφλεκτο υλικό της εσωτερικής μας ζώνης που αναφλέγεται με ματωμένα συναισθήματα, εκτροχιασμένα βλέμματα, απύθμενες προσδοκίες, αντίρροπα σχέδια, εκπρόθεσμες αποφάσεις, ανατρεπτικές υποσχέσεις…, είναι οι απάτητες εκτάσεις του νου που τις γεμίζει φωτιά με την φλεγόμενη γλώσσα της, πυρπολεί την σκέψη σπέρνοντας στην αντίληψη τους πυρφόρους αστρικούς της σπόρους.

Δεν έχει σκοπό να μας εντάξει σε κάποιο πλαίσιο απ΄όπου θα αναπτυχθεί η διάνοιά μας, δεν έχει σκοπό να δασκαλέψει την λογική μας, να συνετίσει το πνεύμα μας,  δεν κυριολεκτεί σε καμία της εκδίπλωση, σε κάθε της ρήμα κάνουμε ένα ακόμα βήμα προς το άγνωστο, θα κάνει τα πάντα για να μας βγάλει εκτός προορισμού, χωρίς ενδοιασμούς μάς πηγαίνει απέναντι από το γνωστό και το έκδηλο, τρυπώνει όπως ο άνεμος στις χαραμάδες για να παρασύρει με την ατιθάσευτη ορμή της κάθετι εγκατεστημένο και κατεστημένο.

Σε εποχές που η επιφάνεια έχει τον πρωτεύοντα ρόλο και το βάθος των πραγμάτων χάνεται κάτω από την κατοχή των σημείων, η ποίηση συνεχίζει να θρέφει την ρίζα του ανθρώπου με τον φωτοβόλο ουρανό της, να δίνει και άλλο τόπο στο άτοπο, να μεταφέρει εντός μας την αέναη τροχιά της, ζυμώνοντας τον χρόνο με την αιωνιότητα, μπολιάζοντας την φαντασία στην πραγματικότητα, εξαχνώνοντας τον θανάτο από την ζωή.

Η αλήθεια του έθνους στον καθρέφτη της ποίησης

Δώσαμε ως κοινωνία μεγαλύτερη σημασία στο πρόσκαιρο και ξεχάσαμε το παντοτινό. Η λογοτεχνία ενός έθνους αντικατόπτριζε πάντα την ευρωστία του, η ποίησή του ήταν ανάλογη της ακμής του και οι ποιητές του οι αληθινοί πρεσβευτές του στον κόσμο, αυτοί που κερνούσαν την ψυχή του έθνους στους ανθρώπους για να μεταλάβουν την ζωοδότρα διάρκειά του και να συνεχίσουν με τις πάγκοινες και πανανθρώπινες σημασίες του, στο απειροστό πεδίο της δημιουργικότητας.





Σε εποχές παρακμάζουσες και άνευ σκοπού… η ποίηση οπλίζει το όπλο της γλώσσας και το γεμίζει με λέξεις για να νικήσει ο άνθρωπος τον δυνάστη του που πάντα είναι ο φόβος. 

Ο σκυθρωπός «γίγαντας» που απομυζά την ουσία του ανθρώπου που ξέχασε την αλήθειά του, ο φόβος που τοποθέτησε τον εαυτό κάτω από τη σκιά του εγώ.

Η ποίηση δεν ταιριάζει σε καμία νόρμα, δεν συγκατανεύει σε κανένα θεσμό, θα εκτραπεί από κάθε εξουσία για να δώσει τους δικούς της νόμους, να λευτερώσει τον άνθρωπο από την σκληρή και μαύρη φυλακή του∙ εκεί που η πραγματικότητα στερεί τον άνθρωπο από την αναπνοή του και την ζωή, η ποίηση θα πετάξει την μάσκα της μετριότητας και της πειθήνιας υποταγής, θα βγει μπροστά για να σπάσει τους κανόνες, θα λιώσει με την φωτιά της τις αλυσίδες για να τινάξει στον αέρα την μουχλιασμένη πρόσοψη του κόσμου.

Ποίηση σημείο αναφοράς, αναφορά αόρατων σημείων…

Η ποίηση καλεί πάντα τον άνθρωπο έξω από την σπηλιά του, να επικοινωνήσει με το φως που έχει φωλιάσει μέσα του και να γεμίσει με φωταυγάζουσα ατμόσφαιρα την απεραντοσύνη του. Δίνει την υπερβατική της σημασία στην λογική, τον αείζωο παφλασμό του απείρου στο πεπερασμένο.

Αφορά εκείνους που μ΄ έναν μυστικό τρόπο ξέρουν να συνδέονται με όλα τα πράγματα, που μπορούν να μεθάνε από φως με την αρμύρα του αέρα, που ρουφάνε από την εμπειρία τη μικρή λεπτομέρεια που αλλιώς θα πετιόνταν στον κάδο της κυριολεξίας.

Έρχεται από κείνη τη χώρα της παιδικής ηλικίας που κάτι έχει μείνει ανολοκλήρωτο, όπου η έλλειψη της κυριολεξίας γέμισε με άυλο χρυσάφι τα κιούπια της δεκτικότητας και άφησε ανοιχτές τις πύλες για ελεύθερες πτήσεις.

Θέλησαν πολύ οι κάθε λογής -ισμοί να φέρουν την ποίηση στα μέτρα τους, να την ξαπλώσουν στην προκρούστεια κλίνη τους για να την παραδώσουν έπειτα στην κοινωνία ως άλλο ένα επικοινωνιακό μόρφωμα, άλλη μία εκ των “καλών τεχνών” που η μαγιά της θα αρκούσε για να δημιουργήσει την ζύμη των θεσμοθετημένων κανόνων μας, αλλά η ποίηση δεν τους έκανε ποτέ τη χάρη, δεν πορεύτηκε προς καμία περιχαρακωμένη κατεύθυνση.

Αντίθετα, έδωσε στην τέχνη τα δικά της πύρινα στοιχεία για να την συντροφεύσει στην ανατροπή και στην έκρηξη, κάτι που είχε συλλάβει ο Ντελακρουά διακηρύσσοντας πως «δεν υπάρχει τέχνη χωρίς ποίηση», έφερε την φωτιά στον άνθρωπο κι ας καταδικάστηκε ο ποιητής να είναι αλυσοδεμένος στον Καύκασο της ύλης, αυτός, ένας χρησμοδότης του πνεύματος.

Από τον τρίποδα των Δελφών, εκεί στο χάσμα ανάμεσα στη γη και στον ουρανό, ανάμεσα στην ύπαρξη και στην ανυπαρξία, στο χρόνο και στην αιωνιότητα, η ποίηση κυλάει με την υπερφωτεινή της ταχύτητα στις φλέβες του κόσμου, δίνοντας τους χρησμούς της στους ποιητές.

Είναι αυτοί που στέκονται αιωνίως στην μεθόριο της πραγματικότητας για να συλλάβουν τον πυρ-αιθέριο παλμό της, να φέρουν από το ανεκδήλωτο στο εκδηλωμένο την άδηλη μορφή των πραγμάτων, εντυπώνοντας τα στο εκμαγείο του φωτός.

Ο ποιητής κομήτης του απείρου…

Με υλικά την γλώσσα και την εκκωφαντική σιωπή της, οι ποιητές συνομιλούν με τα όνειρα των παλιών θεών φέρνοντας στο σήμερα το αρχαίο μέλλον, χωρίς συμβιβασμούς είναι πάντα έτοιμοι για την ανατροπή του παλιού κόσμου,  να διαλύσουν την παλιά συνθήκη, να καταργήσουν το καθ-ιερωμένο ψέμα.

Δεν είναι αυτού του κόσμου οι ποιητές, δεν έχουν σχέση με τις έννομες επιταγές του, άλλωστε το ποίημα είναι εντελώς άχρηστο για κάποιον που στέκεται απ΄ έξω από τη φωτιά της ποίησης, δε μπορεί να νιώσει τη καύτρα του στα σωθικά του, δε μπορεί να γεμίσει τα χέρια του με λάβα από λέξεις, έτσι που να γεμίσει τον κόσμο από τη φωτιά του.

Οι ποιητές είναι οι άνθρωποι που σα φλεγόμενοι κομήτες διέσχισαν το στερέωμα ετούτου του (αποκομμένου από τα υπόλοιπα πλάσματα του σύμπαντος) κόσμου.

Βίαιοι σα σαΐτες φωτός σε εποχές που το σκοτάδι μοιράζονταν απλόχερα στις μάζες, ποιητές που ενδύθηκαν την καλοσύνη του κόσμου μέχρι να φτάσουν στο σταυρό, μέχρι ν΄ αναστηθούν στα αιώνια Ηλύσια Πεδία.


Καταραμένοι για τους άλλους, ποιητές-φωτιές που καίγονται ακόμα στις σελίδες του κόσμου, ο Ρεμπώ να πεθαίνει μέσα σε ένα τρεμώδες παραλήρημα, ο Μπωντλαίρ αηδιασμένος από τους νόμους, ο Μπλέηκ να σπάει τα κάγκελα που οι θρησκείες φυλακίζουν το ανθρώπινο πνεύμα, ο Πόε να πεθαίνει μια παγωμένη νύχτα του χειμώνα στην ουρά σ΄ ένα συσσίτιο για απόρους, ο Νερβάλ να είναι κρεμασμένος σ΄ έναν φανοστάτη, ξημερώματα σ΄ ένα χιονισμένο Παρίσι, ο Ρίλκε να ποτίζει με τα δάκρυα της ύπαρξης την ανυπαρξία, ο Χαίλντερλιν να ζει απομονωμένος σαν αρχαίος μύθος, ο Λασεναίρ εγκληματίας και ποιητής, ο Καρυωτάκης να χαιρετάει από το βυθό της θάλασσας τον κύριο νομάρχη, ο Λαπαθιώτης ντυμένος σκοτεινή σκιά του σκοταδιού να ερωτεύεται το είδωλό του…

Οι ποιητές τόλμησαν να βαδίσουν αδούλωτοι στην Ατλαντίδα τους φτιάχνοντας γέφυρες από λέξεις και συναισθήματα, από φωτιά και νερό, να δώσουν και άλλο ουρανό στον νου για να μπορέσουν οι άνθρωποι να δουν την κορυφή του αόρατου, να αγγίξουν τον ματωμένο ήλιο καθώς ανατέλλει στον ορίζοντα των επιθυμιών τους, να ανέβουν τον δικό τους Όλυμπο και από εκεί να δρασκελίσουν το Παν, το παρα-κείμενο της ποίησης σύμπαν.

Σήμερα, είναι επιτακτικό περισσότερο από ποτέ να βγούμε στο ξέφωτο της ποίησης, σήμερα που η παγκόσμια ασθένεια καταλύει το δεσμό της αδερφικότητας και ο άνθρωπος παρασύρεται στην σκοτεινή κρύπτη της αβεβαιότητας. Ξεχνάει την ουσία του αγκυλωμένος στην σκληρή επιφάνεια της μάσκας του, αναπνέει ρηχά δειλιάζοντας απέναντι σε αόρατους εχθρούς, υποχωρεί από το συμπαντικό του όραμα έναντι μιας παγκοσμιοποιημένης επιταγής.


Ας αφήσουμε την φωτιά της ποίησης να λιώσει στις φλόγες της τα όνειρα της ανθρωπότητας, μέχρι την τελική αφύπνιση. 
Εκεί θα ξαναγίνουν ποιήματα με το πρώτο φως της μέρας.

Στην Δημοτική Βιβλιοθήκη Δάφνης θα βρείτε μια μεγάλη και σημαντική συλλογή από ποιητές και ποιήτριες, Έλληνες και ξένους, παλιότερους και νεότερους, μοντέρνους και παραδοσιακούς. 

Αγαπώντας και διαβάζοντας ποίηση θα συντονιστείτε  με την μαγική της διάσταση και θα μεταφερθείτε στην αιώνια χώρα που μας οδηγεί ο παλμός της, την χώρα της ελευθερίας και της αναγέννησης του νου, της έκλαμψης του πνεύματος και της ψυχικής αρμονίας.🔵

 

Εκ μέρους της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Δάφνης

Αργύρης Καραβούλιας

Συγγραφέας - Δημοσιογράφος